4.28.2022

Οι ελληνικές τράπεζες απειλούνται από ληξιπρόθεσμα δάνεια: Ο παλιός κίνδυνος επιστρέφει στην Ελλάδα

 Η ανταπόκριση του Gerd Höhler στην εφημερίδα Handelsblatt από την Αθήνα αναφέρει ότι μετά την κρίση χρέους στην Ελλάδα, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, Alpha Bank, Eurobank, Εθνική και Τράπεζα Πειραιώς, είχαν να αντιμετωπίσουν ένα «βουνό» κόκκινων δανείων.

 

Τώρα ο τραπεζικός κλάδος είναι αντιμέτωπος με νέες αναταράξεις, δεδομένου ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι αυξανόμενες τιμές στην ενέργεια μπορεί να οδηγήσουν στην αδυναμία εξυπηρέτησης πολλών δανείων, κάτι που με τη σειρά του θα έπληττε την ήδη προβληματική ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

 

Η ανταπόκριση υπενθυμίζει ότι στο αποκορύφωμα της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, ο δείκτης ΝΡΕ (Μη εξυπηρετούμενα Ανοίγματα) είχε ξεπεράσει το 50%, ενώ με διαγραφές και αναδιαρθρώσεις οι τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τα 47,2 στα 18,4 δις. ευρώ το 2021.

 

Σίγουρα πρόκειται για αξιοσημείωτη επιτυχία, ωστόσο τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούσαν το 12,8 %των οφειλών στα τέλη του 2021, ποσοστό εξαπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 2,1%.

Οι ελληνικές τράπεζες θέλουν να μειώσουν αυτό το ποσοστό κάτω από το 5% μέχρι τα τέλη του 2024 το αργότερο, αν και είναι αμφίβολο αν θα τα καταφέρουν, όπως σχολιάζει ο ανταποκριτής, καθώς μετά την πανδημία, η ενεργειακή κρίση δυσκολεύει έτι περαιτέρω την εξυγίανση των τραπεζών.

 

Γι’ αυτό και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας μίλησε κατά την παρουσίαση της πρόσφατης έκθεσης της Τράπεζας για σοβαρές προκλήσεις που απαιτούν διαρκή επαγρύπνηση και πιο αποφασιστική δράση.

 

Η Τράπεζα της Ελλάδος στην έκθεσή της διαπιστώνει ότι ήδη πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία πολλοί οφειλέτες είχαν μείνει πίσω στην αποπληρωμή των δανείων τους, ενώ τώρα πιθανόν η σημαντική αύξηση στις τιμές της ενέργειας και η αποδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης να οδηγήσουν σε νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές.

 

Η πρόοδος που σημείωσαν πέρυσι οι τράπεζες στη μείωση των προβληματικών δανείων έχει να κάνει και με το γεγονός ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ήταν περισσότερο ανθεκτικά από ό,τι αναμενόταν στην ύφεση που προκάλεσε η πανδημία, χάρη κυρίως στην κρατική βοήθεια μέσω του προγράμματος «Γέφυρα», όπως σχολιάζει το δημοσίευμα.

 

Ωστόσο οι επιδοτήσεις και το moratorium χρέους που προβλέπονται στο πρόγραμμα πρόκειται να λήξουν, γι αυτό και οι ειδικοί εκτιμούν ότι περίπου 10 με 20% των δανείων που εμπίπτουν στη «Γέφυρα», θα καταστούν ληξιπρόθεσμα.