205 δικηγόροι συνυπογράφουν ένα κείμενο-κόλαφο για τις μεθοδεύσεις των servicers προκειμένου να αποσπάσουν υπέρογκα ποσά και τα σπίτια ανθρώπων, ακόμα κι αν εξυπηρετούν τη ρύθμιση
Εκατοντάδες δικηγόροι από όλη την Ελλάδα συνυπογράφουν ένα
κείμενο-κόλαφο κατά των πρακτικών μαφίας που χρησιμοποιούν οι εταιρίες
διαχείρισης δανείων, προκειμένου να εκφοβίσουν, να παραπλανήσουν τους
δανειολήπτες, να τους αποσπάσουν υπέρογκα ποσά και εντέλει τα ίδια τους τα
σπίτια, κατά παράβαση κάθε έννοιας λογικής, δεοντολογίας και των νόμων. Η
καταγγελία των 205 δικηγόρων -κι ενώ η συλλογή των υπογραφών συνεχίζεται-
απευθύνεται στην Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, ώστε να λάβει
μέτρα ή ακόμα και να προβεί σε κινητοποιήσεις, με σκοπό να σταματήσουν αυτές οι
πρακτικές. Όμως, είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι η ίδια η κυβέρνηση
οφείλει να παρέμβει, καθώς τα «κοράκια» των funds, ειδικά μετά και την απόφαση
του Αρείου Πάγου που τους «άνοιξε την όρεξη», συμπεριφέρονται ως κράτος εν
κράτει, διογκώνοντας ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα.
Οι καταγγελίες
Για τις εταιρίες διαχείρισης δανείων ο νόμος είτε δεν υπάρχει
είτε ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, είναι σύνηθες να
αποστέλλουν εξώδικα και διαταγές πληρωμής, «ενώ επιβάλλουν αναγκαστική
κατάσχεση, εκθέτοντας σε πλειστηριασμό ακίνητη περιουσία των δανειοληπτών που
βρίσκονται σε ρύθμιση με την εκάστοτε εταιρία διαχείρισης, η οποία ρύθμιση
τηρείται πιστά, με τα οποία έγγραφα όλως καταχρηστικώς και παρανόμως είτε
κατηγορούν τους εντολείς μας ότι δήθεν δεν τηρούν τη ρύθμιση, καταγγέλλοντάς τη
συνάμα, είτε τους εκφοβίζουν ότι έχουν απολέσει προθεσμίες του νόμου και
ότι θα υποστούν τη συνέπεια της έκπτωσης.
Σε κάθε, δε, περίπτωση αποστέλλουν εξώδικα ή επιστολές με
περιεχόμενο που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, με μόνο στόχο τη
δημιουργία τρόμου και πανικού στους εντολείς μας, και με απώτερο σκοπό είτε να
προσέλθουν οι τελευταίοι και να υπογράψουν υπό πίεση συμβάσεις που δεν έχουν
ελεγχθεί σε κάθε περίπτωση από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους
ούτε δε και επιτρέπεται στους τελευταίους να τις ελέγξουν ή να καταβάλλουν υπό
πίεση χρηματικά ποσά που δεν υποχρεούνται ή δεν υπάρχει ειδική και σαφής
αιτιολογία προς τούτο».
Επιπλέον, προτρέπουν τηλεφωνικά τους δανειολήπτες «να μην
απευθύνονται σε δικηγόρο, προκειμένου ο τελευταίος να τους εκπροσωπήσει είτε σε
εξωδικαστικό είτε σε δικαστικό στάδιο, προσβάλλοντας και συκοφαντώντας την
επαγγελματική μας ιδιότητα προσωπικά, και υποβαθμίζοντας και υποτιμώντας τον
θεσμικό μας ρόλο εν γένει. Ακόμη και όταν επιμείνουν οι εντολείς μας και
τελικά μας αναθέσουν την υπόθεσή τους, οι ως άνω εταιρίες είτε αρνούνται να
συνομιλήσουν μαζί μας είτε θέτουν προσκόμματα πάσης φύσεως, ενώ σε κάθε
περίπτωση απευθύνονται προς εμάς με αγενή, προσβλητικό και μειωτικό τρόπο, ο
οποίος εκφεύγει από το επίπεδο του ανεκτού».
Εάν ο δανειολήπτης δεν πέσει στην παγίδα και συμβουλευτεί
δικηγόρο δικής του επιλογής, «οι εταιρίες καθυστερούν επί μήνες να
απαντήσουν σε οποιοδήποτε έγγραφο αίτημα των εντολέων μας, ιδίως για
χορήγηση βεβαιώσεων οφειλών ή βεβαιώσεων εξοφλήσεως, αντιγράφων συμβάσεων,
τηρούμενων δανειακών λογαριασμών καταβολής ποσών, προτεινόμενης ρύθμισης από
πλευράς τους με βάση τις οικονομικές τους δυνατότητες», ενώ την ίδια στιγμή
συνεχίζουν να ενοχλούν καθημερινά είτε τηλεφωνικά είτε μέσω γραπτών μηνυμάτων,
εξωδίκων ή επιστολών τους δανειολήπτες, προκειμένου να προβούν σε διακανονισμό
– ρύθμιση των οφειλών τους.
«Η ως άνω πρακτική ενέχει ασφαλώς τον σοβαρό κίνδυνο της
απώλειας είτε δικονομικών είτε ουσιαστικών δικαιωμάτων των εντολέων μας και επί
της ως άνω πρακτικής σε συνάρτηση και με την πάροδο μεγάλου χρονικού
διαστήματος προβαίνουν σε περαιτέρω επιβαρυντικές ενέργειες προς βλάβη των
συμφερόντων τους (όπως κατάσχεση και πλειστηριασμό)» καταγγέλλουν οι δικηγόροι.
Η παραπλάνηση δεν σταματά εδώ, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι οι
εταιρίες υπολογίζουν αυθαίρετα και παράνομα τα επιτόκια επί των ποσών που έχουν
οριστεί με δικαστικές αποφάσεις είτε ειρηνοδικείων είτε μονομελών πρωτοδικείων, χωρίς να
αιτιολογούν τον τρόπο με τον οποίο προβαίνουν στους καταχρηστικούς
υπολογισμούς, όταν αυτό ζητηθεί από τους πληρεξούσιους δικηγόρους.
Εάν δεν πετύχει ούτε αυτή η «κομπίνα», οι εταιρίες προσπαθούν
με διάφορα κόλπα να απονομιμοποιήσουν τους δικηγόρους των δανειοληπτών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την καταγγελία: «Θέτουν υπερβολικές και παράλογες
απαιτήσεις ως προς τη νομιμοποίηση ημών των πληρεξούσιων δικηγόρων προκειμένου
να συνομιλήσουν και να συνεργαστούν μαζί μας για υπόθεση εντολέων μας.
Ενδεικτικά, αναιρούν την οποιαδήποτε εξουσιοδότηση συνταγμένη από τους
δικηγόρους κατά τον νόμιμο πάντα τύπο και επικυρωμένη πάντα από δημόσια Αρχή
(γραφείο Κέντρου Εξυπηρέτησης Πολιτών – ΚΕΠ ή αστυνομικά τμήματα – Α.Τ.) της
χώρας και ζητούν περαιτέρω να αποσταλεί εξουσιοδότηση συνταγμένη κατά τα
πρότυπα της εταιρίας. Αλλά ακόμη και όταν αποσταλεί αυτή κατά τα πρότυπά
τους, δεν τη δέχονται, με τη φαιδρή αιτιολογία ότι δεν έχει συμπληρωθεί ορθά. Θέτουν,
δε, ως προϋπόθεση στην εξουσιοδότηση την τρίμηνη έως εξάμηνη ισχύ της, ενώ
στην ίδια την εξουσιοδότηση αναφέρεται ότι ισχύει μέχρι ανακλήσεώς της, όπως
δηλαδή ορίζει ο νόμος».
Η παγίδα με τις δηλώσεις παραίτησης
Στην προσπάθειά τους να… μπερδέψουν τους δανειολήπτες, οι εταιρίες τούς ζητούν να
παραιτηθούν από εκκρεμείς αιτήσεις του νόμου 3869/2010, προκειμένου να προχωρήσουν
σε ρύθμιση, και, όταν προσκομίζουν δήλωση παραίτησης, δεν τη δέχονται,
με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώνεται η ρύθμιση και να κινδυνεύει η κύρια και
πρώτη κατοικία τους.
Επίσης, αρνούνται να συμμορφωθούν με διατακτικά αποφάσεων
δικαστηρίων που ορίζουν μηνιαίες καταβολές καθώς και με συμβάσεις
που υπογράφονται στο πλαίσιο της πλατφόρμας του εξωδικαστικού συμβιβασμού,
αφού, παρά τα έγγραφα αιτήματα των δανειοληπτών αλλά και των πληρεξουσίων
δικηγόρων τους, δεν χορηγούν συγκεκριμένους αριθμούς λογαριασμών, στους
οποίους πρέπει να καταβάλλονται τα οριζόμενα ή συμφωνηθέντα ποσά.