Τα κόκκινα δάνεια είναι μία
βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και μόνιμη
τροχοπέδη στην όποια προσπάθεια για να τροχιοδρομηθεί η ελληνική οικονομία στις
ράγες της ανάπτυξης.
Στο πεδίο των ιδιωτικών –
καταναλωτικών χρεών υπάρχει εδώ και μία οκταετία ο Ν. 3869/2010, γνωστότερος ως
Νόμος Κατσέλη. Δια μέσω του νόμου αυτού είναι αλήθεια ότι έχουν διασωθεί
αρκετές πρώτες κατοικίες πολλών οφειλετών που εν τοις πράγμασιν έπρεπε να προστατευθούν
λόγω της πραγματικής οικονομικής αδυναμίας τους αφενός αλλά και της πλήρους
συνυπαιτιότητας του τραπεζικού τομέα στην αθρόα δανειοδότησή τους στην πρό του
2010 περίοδο.
Συνεπώς ο προαναφερθείς νόμος
με τις τροποποιήσεις του το 2011, 2013 και 2015 επέτυχε τον κύριο στόχο του,
που ήταν η προστασία της κοινωνικής συνοχής και η αποπληρωμή των χρεών των
πολιτών με γνώμονα τα σημερινά τους πενιχρά οικονομικά δεδομένα και όχι εκείνα
που είχανε κατά την αρχική δανειοδότησή τους.
Παρόλα αυτά υπάρχει ένα νομοθετικό
κενό στον εν λόγω νόμο. Αυτό αφορά τη μη υπαγωγή πρώην εμπόρων με ορισμένο
τζίρο και κάτω στις προστατευτικές διατάξεις του εν λόγω νόμου. Σήμερα ένας
πρώην έμπορος κατά πάγια νομολογία, δεν μπορεί να υπαχθεί στον Ν. 3869/2010, αν
δεν ήταν οικονομικά συνεπής έως και την παύση της εμπορικής του ιδιότητας. Αυτό
είναι κατά γενική ομολογία ασύμβατο με την προσαρμοστικότητα που πρέπει να
επιδεικνύει ο κοινός νομοθέτης ιδίως δε όταν ανατρέπονται οι
κοινωνικοοικονομικές συνθήκες άρδην όπως έγινε την τελευταία οκταετία και
συνιστά απρόοπτη μεταβολή κατά άρθρο 388 του Αστικού Κώδικα.
Και αν στο πεδίο των ιδιωτικών
χρεών κρίσιμο είναι να προστατευθεί η κοινωνική συνοχή, στο πεδίο των
επιχειρηματικών χρεών είναι τουλάχιστον σημαντικό να μειωθούν άμεσα ή και να
ρυθμισθούν οι οφειλές των εμπόρων και των επιχειρήσεων με στόχο να δοθεί νέα
αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία.
Στο πλαίσιο αυτό πέραν της
παραδοσιακής οδού ήτοι της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγιάνσεως και του
περιορισμένης χρονικής ισχύος Ν. 4307/2014, ο νόμος που έδωσε ελπίδες σε όλη
την επιχειρηματική κοινότητα για οικονομική ανακούφιση είναι ο νόμος 4469/2017
για τη δημιουργία ενός εξωδικαστικού μηχανισμού επιχειρήσεων με απώτερο στόχο
την εύρεση κοινά αποδεκτής λύσης για τη ρύθμιση ή τη διαγραφή επιχειρηματικών
οφειλών σε δημόσιο, ταμεία και ιδιώτες πιστωτές.
Στον εξωδικαστικό μηχανισμό
επιχειρήσεων μπορεί να υπαχθεί κάθε φυσικό πρόσωπο που μπορεί να πτωχεύσει
& κάθε νομικό πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα
(οποιουδήποτε μεγέθους), εφόσον έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα.
Επιπροσθέτως στον εξωδικαστικό
μηχανισμό επιχειρήσεων υπάρχει διάταξη που προβλέπει υπαγωγή των ελευθέρων
επαγγελματιών αλλά μόνο για χρέη προς το δημόσιο! Για τα χρέη τους προς ιδιώτες
υπάγονται στο νομοθετικό πλαίσιο του Ν. 3869.2010 όπως αυτός ισχύει σήμερα.
Οι προϋποθέσεις ένταξης στον
εξωδικαστικό μηχανισμό επιχειρήσεων είναι οι εξής:
1. Οφειλή προς ιδιώτη πιστωτή
ή Δήμοσιο ή οποιονδήποτε τρίτον:
Οφειλή προς χρηματοδοτικό
φορέα στις 31.12.16 σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή
Οφειλή προς Εφορία ή άλλο ΝΠΔΔ
(π.χ. ΟΤΑ) στις 31.12.16 ληξιπρόθεσμη ή
Οφειλή προς οιονδήποτε τρίτον
στις 31.12.16 πχ από επιταγές κλπ.
2. Οφειλή πάνω από 20.000 ευρώ
την 31.12.16
3. Η επιχείρηση να έχει σε μία
από τρεις τελευταίες χρήσεις:
Θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ
φόρων ή
Θετικά αποτελέσματα προ φόρων,
τόκων & αποσβέσεων ή θετική καθαρή θέση (equity).
Όσοι έχουν υπαχθεί στον Ν.
4307/2014 (Νόμος Δένδια) μπορούν να υπαχθούν στον εξωδικαστικό μηχανισμό
επιχειρήσεων εφόσον είτε δεν έχει εκδοθεί ακόμη απόφαση υπαγωγής τους με το
καθεστώς του νόμου 4307/2014 (Νόμου Δένδια), είτε παραιτηθούν από τις
διαδικασίες του εν λόγω νόμου.
Αν μία εταιρεία έχει κλείσει,
η λυθείσα εταιρεία μπορεί να
αναβιώσει για να υπαχθεί στο νομοθετικό πλαίσιο του Ν. 4469/2017, εφόσον τούτο
κρίνεται αναγκαίο για τη βιώσιμη επίλυση του χρέους που προέρχεται από αυτή.
Η διαδικασία υποβολής της
αίτησης για τον εξωδικαστικό μηχανισμό επιχειρήσεων έχει ως εξής:
Η αίτηση υποβάλλεται
ηλεκτρονικά στην ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού
Χρέους www.egdix.gr με τους κωδικούς που έχει κάποιος στο taxisnet.
Σε 2 μέρες από την ηλεκτρονική
αίτηση διορίζεται συντονιστής από την ΕΓΔΙΧ.
Σε 5 μέρες από το διορισμό του
ο Συντονιστής ελέγχει την πληρότητα αίτησης και συνοδευτικών εγγράφων.
Σε 2 μέρες από τον έλεγχο ο
Συντονιστής αποστέλλει τον φάκελο σε όλους τους πιστωτές.
Σε 10 μέρες από την αποστολή
του φακέλου, οι πιστωτές αποστέλλουν στον Συντονιστή μήνυμα με την πρόθεσή τους
για συμμετοχή ή μη στη διαδικασία.
Σε 5 μέρες από την εκδήλωση
πρόθεσης των πιστωτών ο Συντονιστής εξετάζει την ύπαρξη ή μη απαρτίας των
ενδιαφερομένων πιστωτών για τη διαδικασία (άνω του 50% του συνολικού χρέους)
Οι πιστωτές μπορούν να
υποβάλλουν αντιπροτάσεις επί του τελικού σχεδίου. Ο Συντονιστής δε τάσσει
προθεσμία ενός (1) μηνός για την αποστολή τυχόν αντιπροτάσεων από τους πιστωτές
& οφειλέτης αποφασίζει αν θα τις δεχθεί ή εάν θα εμείνει στη δική του
πρόταση εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών.
Οι πιστωτές ψηφίζουν είτε επί
της αρχικής πρότασης του οφειλέτη ή επί των αντιπροτάσεών τους εφόσον τις έχει
αποδεχτεί ο οφειλέτης και η συμφωνία επιτυγχάνεται εφόσον συγκεντρώσει το 60%
των συμμετεχόντων πιστωτών.
Οι ενέργειες που μπορούμε να
κάνουμε μετά την επίτευξη συμφωνίας είναι ότι εφόσον πάντα εγκριθεί η πρόταση
από το 60% (3/5) των συμμετεχόντων πιστωτών (περιλαμβανομένων των 2/5 των
συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο π.χ. υποθήκη, προσημείωση κλπ.)
υπογράφεται η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών από τον οφειλέτη και τους συναινούντες
πιστωτές.
Οι Συντονιστές πληρώνονται από
τους αιτούντες. Εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερη αμοιβή ο Συντονιστής
λαμβάνει 200 ευρώ ανά κάθε μικρή επιχείρηση και 400 ευρώ ανά κάθε μεγάλη
επιχείρηση.
Το κρίσιμο όμως ερώτημα είναι
εάν αναστέλλονται καταδιωκτικά μέτρα κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Τα
δεδομένα έχουν ως εξής:
Από την ημέρα αποστολής στον
Συντονιστή της πρόσκλησης προς τους πιστωτές για συμμετοχή στη διαδικασία και
για διάστημα 70 ημερών αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα εκκρεμή ή μη ατομικής
και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης καθώς και η λήψη οποιουδήποτε
ασφαλιστικού μέτρου, εκτός εάν εκτιμηθεί ότι δολίως επιχειρείται η οικονομική
απαξίωση και αποδυνάμωση της επιχείρησης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρεκταθεί
για διάστημα 4 μηνών ακόμη από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας του οφειλέτη,
υπό την προϋπόθεση της συμφωνίας του 50% + 1 των συμμετεχόντων πιστωτών.
Ο Ν. 4469.2017 προβλέπει και
δυνατότητα νέας χρηματοδότησης μετά την αναδιάρθρωση εφόσον αποφασιστεί με
πλειοψηφία 3/5 των συμμετεχόντων πιστωτών, έτσι ώστε να αναχρηματοδοτηθεί ο
οφειλέτης για τη συνέχεια της λειτουργίας της επιχείρησής του.
Παρόλες τις ανωτέρω πολύ
θετικές προβλέψεις του νόμου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό επιχειρήσεων, η
αλήθεια είναι ότι στην πράξη λίγες αιτήσεις έχουν προχωρήσει ή τελεσφορήσει έως
και σήμερα. Η αιτία έγκειται στο γεγονός ότι αφενός η διαδικασία απαιτεί τη
συγκέντρωση πάρα πολλών εγγράφων και άρα αν και εξωδικαστική είναι εξαιρετικά
γραφειοκρατική, αφετέρου υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στη χορήγηση εγγράφων από
τα πιστωτικά ιδρύματα. Όλα αυτά έχουν οδηγήσει σε έντονο προβληματισμό την
επιχειρηματική κοινότητα.
Το σίγουρο είναι ότι ο
δανεισμός της πλειοψηφίας των επιχειρήσεων έγινε κάποτε με άλλα δεδομένα και
σήμερα βιώνουμε άλλα δεδομένα ήτοι σοβαρή και απρόοπτη μεταβολή των
κοινωνικοοικονομικών συνθηκών δυνάμει του άρθρου 388 του ΑΚ.
Ο νόμος συνεπώς πρέπει άμεσα
να τροποποιηθεί σε τρία επίπεδα:
Πρώτον να επεκταθεί χρονικά η
ισχύς του έως το τέλος του 2021, διότι είναι πάρα πολλές οι εταιρείες που
μπορούν να υπαχθούν και η διαδικασία απαιτεί χρόνο.
Δεύτερον να μειωθεί ο αριθμός
των συνολικών εγγράφων που απαιτούνται για την υποβολή της αίτησης έτσι ώστε να
γίνει πιο ευέλικτη η διαδικασία.
Τρίτον πρέπει να προβλεφθεί
διάταξη περί απρόοπτης μεταβολής συνθηκών μέσα στο κείμενο η οποία θα αποτελεί
το νομικό θεμέλιο της διαγραφής μερικής ή ολικής του χρέους.
Το χρέος των
επιχειρήσεων ως άλλος ελέφαντας στο δωμάτιο, ούτε μπορεί να αποκρυβεί αλλά ούτε
και να υποτιμηθεί. Η ευθεία αντιμετώπισή του χωρίς συμπλέγματα και ακρότητες
και από τις δύο πλευρές θα οδηγήσει την οικονομία σε νέες λεωφόρους ανάπτυξης
και ευημερίας